Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι, αργεί να ξημερώσει

Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι, αργεί να ξημερώσει
У семи нянек дитя без глазу
Источник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008

Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки). 2012.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι, αργεί να ξημερώσει" в других словарях:

  • πολύς — πολλή, πολύ, ΝΜΑ, και επικ. τ. πουλύς, πουλύ και ιων. τ. πολλός, ή, όν, Α 1. (για αριθμό και συχνά με ονόματα τα οποία δηλώνουν την έννοια τού πλήθους) αυτός που υπάρχει ή γίνεται σε μεγάλη ποσότητα (α. «συγκεντρώθηκε πολύς λαός για να τόν… …   Dictionary of Greek

  • κόκορας — ο 1. αλέκτωρ, πετεινός 2. ο επικρουστήρας τών κυνηγετικών και τών παλαιών πυροβόλων όπλων, αλλ. λύκος 3. φρ. α) «κάνει τον κόκορα» κάνει τον γενναίο, κάνει τον παλικαρά β) «τά φόρτωσε στον κόκορα» απέτυχε στην προσπάθειά του γ) «σαράντα πέντε… …   Dictionary of Greek

  • λαλώ — έω και άω (AM λαλῶ, έω) 1. λέγω (α. «εἶπα καὶ ἐλάλησα ἁμαρτίαν οὐκ ἔχω» β. «αὐτοῡ ἀκούσεσθε κατὰ πάντα ὅσα ἄν λαλήσῃ πρὸς ὑμᾱς», ΚΔ) 2. έχω έναρθρο λόγο, ομιλώ, εκφράζομαι προφορικά («λαλεῑ οὐθὲν τῶν ἄλλων ζῴων πλὴν ἀνθρώπου», Αριστοτ.) 3. (για… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»